Συνέντευξη του Βουλευτή ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία Φθιώτιδας, κ. Γιάννη Σαρακιώτη φιλοξενείται στο εβδομαδιαίο φύλλο της εφημερίδας “ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ”, για τα ερχόμενα στο φως της δημοσιότητας σχετικά με τον επιχειρηματία Καλογρίτσα, την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου της Τουρκίας για την Αγιά Σοφιά, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, την πορεία εκσυγχρονισμού και διεύρυνσης του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και τα σενάρια πρόωρων εκλογών που διακινούνται από το Μέγαρο Μαξίμου. Παρακάτω ακολουθούν οι τοποθετήσεις του κ. Σαρακιώτη
1. Παρά τα πολλά και σύνθετα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, ο δημόσιος λόγος εκτρέπεται σε σκανδαλολογία. Με αφορμή την κατάθεση του Χρήστου Καλογρίτσα ενεπλάκη και το όνομα του Νίκου Παππά. Πολλοί εκφράζουν την άποψη πως μια πολιτική διαθεσιμότητα του κ. Παππά, ίσως διευκόλυνε το κόμμα σας. Συμφωνείτε;
Δυστυχώς βιώνουμε ένα νέο 1989 με τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του να προσπαθούν να σπιλώσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους χρησιμοποιώντας κάθε αθέμιτο μέσο. Θεωρώντας ότι αυτές οι σκοτεινές εποχές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί για τη χώρα μας, ειλικρινά δεν ανέμενα ποτέ, εν έτει 2020, ότι θα συζητούσαμε για παράνομες ηχογραφήσεις, μονταρισμένα ηχητικά, αλλά και αναξιόπιστους επιχειρηματίες, στους οποίους δίνεται σανίδα σωτηρίας με τον όρο να ψευδολογούν κατά των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης.
Ο κ. Παππάς έχει δώσει όλες τις αναγκαίες εξηγήσεις και είναι βέβαιο ότι ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν πρόκειται να υπομείνει παθητικά τη λάσπη, η οποία εκτοξεύεται στον ανεμιστήρα από την κυβέρνηση της Ν.Δ.. Δεν πρόκειται να ρίξουμε νερό στο μύλο της σκανδαλολογίας. Άλλοι είναι αυτοί, που πρέπει να λογοδοτήσουν για τις σχέσεις τους με σκοτεινά επιχειρηματικά συμφέροντα, αλλά και για την ελεγχόμενη από την Ελληνική Δικαιοσύνη εμπλοκή τους στο σκάνδαλο Novartis. Η χώρα προ ετών χρεοκόπησε για όσους δε το θυμούνται και μία από τις βασικότερες αιτίες ήταν η διαφορά που κυριαρχούσε επί Κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.
2. Η μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε Τζαμί, όξυνε περαιτέρω τις σχέσεις μας με την Τουρκία. Αλήθεια τι διαφορετικό και παραπάνω θα έκανε μια κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α., από ό,τι έκανε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη;
Η Αγιά Σοφιά αποτελεί ένα μνημείο του παγκόσμιου πολιτισμού, ένα σύμβολο ομόνοιας και ειρήνης, το οποίο οφείλουμε να προσεγγίζουμε με την οικουμενική του εμβέλεια και όχι με εθνικιστικό παροξυσμό. Δυστυχώς, η Τουρκία δεν επιδεικνύει την ίδια προσήλωση στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου, της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και των διατάξεων της UNESCO, με αποτέλεσμα τα περιθώρια της οποιαδήποτε συνεννόησης να είναι περιορισμένα.
Εντούτοις, δε θα μπορούσα να μην τονίσω την απεμπόληση από πλευράς της σημερινής Κυβέρνησης του κεκτημένου της εξωτερικής πολιτικής της Κυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α., το οποίο συνδέθηκε με ένα ευρύ φάσμα κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας στο πλαίσιο της ΕΕ. Θυμόμαστε όλοι τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών κ. Βαρβιτσιώτη να αναφέρει το Δεκέμβριο του 2019: «Στρατηγική απόφασή μας να μη ζητήσουμε κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας». Πως αλλιώς αναμένει η Ν.Δ. να διασφαλίσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα και την τήρηση του διεθνούς δικαίου, αν όχι με ένα αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων; Μήπως ο κ. Μητσοτάκης και η σημερινή ηγεσία του ΥΠ.ΕΞ. αναμένουν ότι τα ευχολόγια θα σταματήσουν τον τουρκικό αναθεωρητισμό;
3. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκφράζουν την άποψη πως μια επιδείνωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε συνδυασμό και με την επερχόμενη οικονομική κρίση, ίσως οδηγήσει και σε κυβέρνηση συνεργασίας. Ποια η θέση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο;
Ελπίζω να μη φθάσουμε σε ένα τόσο ακραίο σημείο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ή στην οικονομία και η κυβέρνηση συνεργασίας να είναι η μόνη λύση. Η Ν.Δ. παρέλαβε τη χώρα με ένα ταμείο 37 δισεκατομμυρίων ευρώ και μια διεθνή θέση αναγνωρισμένη από το σύνολο των εταίρων μας. Αν αυτή η θετική συγκυρία, για την οποία μόχθησαν οι Έλληνες πολίτες ενώ βασίστηκε στην πολιτική της Κυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ανατραπεί, τότε η ευθύνη θα ανήκει αποκλειστικά στη σημερινή Κυβέρνηση και αυτή θα πρέπει να λογοδοτήσει.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και η Ν.Δ. έχουν παντελώς αντίθετες θέσεις σε μια σειρά από μεγάλα ζητήματα, που απασχολούν την πατρίδα μας, ενώ και οι παρελθούσες πρακτικές ορισμένων εκ των στελεχών της σημερινής κυβέρνησης δεν επιτρέπουν ούτε να σκεφτόμαστε προς μια τέτοια κατεύθυνση. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. έχει αποδείξει ότι ασκεί υπεύθυνη και εποικοδομητική αντιπολίτευση και αυτό σκοπεύει να συνεχίσει να πράττει έως την επόμενη εκλογική διαδικασία.
4. Αναφορικά με το εγχείρημα ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΉ ΣΥΜΜΑΧΊΑ, τι λείπει, κατά την γνώμη σας για να πάει καλύτερα;
Το κόμμα μας έχει πραγματοποιήσει μια σπουδαία προσπάθεια συσπείρωσης των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων της χώρας, έχοντας ανοίξει ένα δίαυλο επικοινωνίας με τους πολίτες μέσω διαδικτύου, σύγχρονων εφαρμογών, αλλά και διά ζώσης. Περιθώρια βελτίωσης πάντοτε υπάρχουν, αλλά νομίζω ότι οι ενδεχόμενες δυσχέρειες είναι εύλογες στο ξεκίνημα κάθε εγχειρήματος. Απαιτείται υπομονή, προσήλωση στο στόχο και πίστη στις δυνατότητες και την ιστορική προσφορά της δημοκρατικής παράταξης και πιστεύω πως η αναγκαιότητα υλοποίησης του προγράμματός μας θα γίνει αντιληπτή και θα βρει θετική απήχηση.
5. Μπροστά στο ενδεχόμενο μιας πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ποια θα ήταν η αυτοκριτική που θα κάνατε, για την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Την αυτοκριτική μας, όσον αφορά το γεγονός ότι έπρεπε να υλοποιήσουμε με πιο ταχείς ρυθμούς ορισμένα σημεία του προγράμματός μας, την έχουμε κάνει. Επίσης, επιτρέψτε μου να υπογραμμίσω ότι είμαστε το μοναδικό κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης τουλάχιστον στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, το οποίο συνέταξε πλήρως κοστολογημένη προγραμματική πρόταση αμέσως μετά το ξέσπασμα μιας μεγάλης κρίσης, όπως αυτή της πανδημίας. Θα θυμάστε ότι οι αξιωματικές αντιπολιτεύσεις παραδοσιακά ασκούσαν μια στείρα και ανεδαφική πολιτική, αποφεύγοντας να διατυπώσουν εποικοδομητικές προτάσεις. Σε αυτή την πρακτική, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αντιτάχθηκε σθεναρά και αυτό αναγνωρίζεται από τους πολίτες, παρά τον επικοινωνιακό πόλεμο που δεχόμαστε καθημερινά από τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ.
Όσον αφορά την αυτοκριτική, αυτή πρέπει να την κάνει η παρούσα κυβέρνηση, η οποία έχει οδηγήσει και πάλι τη χώρα στην ύφεση, έχει αποσαρθρώσει τις εργασιακές σχέσεις στα πρότυπα της πολιτικής της του 2013-2014, η τουρκική προκλητικότητα έχει οξυνθεί επί των ημερών της, έχει εξαπατήσει τους πολίτες σε μια σειρά θεμάτων, ενώ αποκαλύπτονται ολοένα και περισσότερα φαινόμενα διαπλοκής της με επιχειρηματικά συμφέροντα και με ομίλους ΜΜΕ.