Ποιες είναι οι κινήσεις που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και την ανάπτυξη ιαματικού τουρισμού στην περιοχή της Φθιώτιδας, αλλά και επιμέρους σχόλια αναφορικά με το Σχέδιο Νόμου που έχει αναρτηθεί στη δημόσια διαβούλευση για τις ιαματικές πηγές της χώρας, πραγματοποίησε στην εφημερίδα ΙΤΝ News ο Βουλευτής Π.Ε. Φθιώτιδας και Αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία, Γιάννης Σαρακιώτης.
Η ανάπτυξη του τουρισμού υγείας και των κατηγοριών οι οποίες τον συνθέτουν, δηλαδή του ιατρικού τουρισμού, του ιαματικού τουρισμού και του τουρισμού ευεξίας αποτελεί ζητούμενο πολλών ετών, κ. Καραχρήστο. Κατ’ αρχήν για να προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, πρέπει προηγουμένως να τα προσδιορίσουμε. Κατά τη γνώμη μου είναι πασιφανής η χρονίζουσα δυστοκία και η αναποτελεσματικότητα του αρμοδίου φορέα και του Υπουργείου που τον εποπτεύει μιας και όπως αναφέρουν πρόσφατα δημοσιεύματα, οι σχεδιασμοί του είναι ουτοπικοί, φαραωνικοί και δεν έχουν καμία σχέση με την εικόνα της αγοράς, ενώ παράλληλα επισημαίνουν ότι καρκινοβατούν και υπονομεύουν γενικότερα το επενδυτικό κλίμα. Συνεπώς, η αλήθεια απογυμνώνει ορισμένους που ενδύονται το μανδύα του “φιλοεπενδυτικού”.
Θεωρώ ότι, ο δρόμος για την ανάπτυξη όλων των μορφών του τουρισμού υγείας στη Φθιώτιδα και πρωτίστως του ιαματικού τουρισμού και του τουρισμού ευεξίας περνάει μέσα από συνέργειες φορέων της Κεντρικής εξουσίας, αλλά πρωτίστως της επιχειρηματικής κοινότητας, της Αυτοδιοίκησης, και Πανεπιστημιακών Τμημάτων της περιοχής, τα οποία εξ όσων γνωρίζω ήδη μελετούν πολλές πτυχές των εμποδίων καθώς και τις προοπτικές ανάπτυξης της εν λόγω αγοράς στην περιοχή. Διατηρώ την πεποίθηση ότι οι παραπάνω συντελεστές, έχουν τόσο την εμπειρία, όσο και την κατάρτιση για να καταλήξουν σε ένα πλαίσιο προτάσεων πολιτικής το οποίο θα ευνοήσει την προσέλκυση επενδυτικών προσπαθειών σε συνδυασμό με τη δημιουργία, καλά αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης στην περιοχή μας.
Πώς κρίνετε τον σχεδιασμό του Υπουργείο Τουρισμού με την δημιουργία της ΙΠΕ ΑΕ;
Κατ’ αρχήν να επισημάνουμε ότι μετά από περίπου 2 χρόνια καθυστερήσεων, στις 12 Ιουνίου του τρέχοντος έτους, αναρτήθηκε στη δημόσια διαβούλευση το σχετικό Σχέδιο Νόμου, μετά και τις ανακοινώσεις του αρμόδιου Υπουργείου στις 7 Δεκεμβρίου του 2020. Προηγουμένως το προσχέδιο που είχε διακινηθεί, είχε βρει απέναντι σχεδόν την πλειονότητα των αυτοδιοικητικών, οι οποίοι παρά τις ενέργειες που έχουν πραγματοποιήσει και τα κόστη τα οποία έχουν επωμιστεί, για να συντηρήσουν υφιστάμενες υποδομές ή και για να τις αναβαθμίσουν, κινδυνεύουν με αυτό το προσχέδιο να απωλέσουν μέρος της ακίνητης περιουσίας τους.
Αρχικά, διαπιστώθηκε η απουσία στοιχειώδους διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες. Αυτό τονίστηκε άλλωστε και από συλλογικά όργανα της αυτοδιοίκησης, τα οποία και πριν από λίγους μήνες ζήτησαν τη συνεργασία από μηδενική βάση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ώστε να διαμορφωθεί από κοινού το μέλλον των ιαματικών πηγών της χώρας. Επίσης, αυτό επισημάνθηκε και από τους Βουλευτές της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, οι οποίοι ζητήσαμε την αναθεώρηση των σχεδιασμών της Κυβέρνησης, καθώς και από Βουλευτές του Κυβερνώντος κόμματος, οι οποίοι στις παρεμβάσεις τους έκαναν λόγο για παραγκωνισμό της Αυτοδιοίκησης από το νέο εταιρικό σχήμα, επισημαίνοντας παράλληλα ελλείμματα στο διαχωρισμό των περιπτώσεων καθώς και τον προβληματικό χαρακτήρα επιμέρους διατάξεων, οι οποίες δεν εξετάζουν το καθεστώς και την προοπτική λειτουργίας των ιαματικών πηγών, αδιαφορώντας ταυτόχρονα για τους πόρους που έχουν ήδη δαπανήσει οι Δήμοι.
Όλα τα παραπάνω κατέδειξαν ένα έλλειμμα συντεταγμένης στρατηγικής από πλευράς της Κυβέρνησης, η οποία θα όφειλε να οικοδομήσει τις συνθήκες για μία ευρύτερη διαβούλευση για ένα τόσο σημαντικό αναπτυξιακό εγχείρημα, η οποία θα περιελάμβανε και φορείς όπως τα Επιμελητήρια, και τα Πανεπιστημιακά ιδρύματα. Ωστόσο, διαβάζουμε ότι, ήδη έχουν κατατεθεί προτάσεις από πλευράς της, οι οποίες περιλαμβάνουν και τις ιαματικές πηγές, στο πλαίσιο του Σχεδίου «Ελλάδα 2.0», για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο και έχει ήδη υποβληθεί προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, για τις οποίες και κανείς δε γνωρίζει τίποτε.