Το άδοξο τέλος των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού αποτέλεσε το επιστέγασμα μιας προαναγγελθείσας αποτυχίας. Δυστυχώς, η Τουρκία – μέσω των δηλώσεων των Ερντογάν, Γιλντιρίμ και Τσαβούσογλου – δεν άφησε πολλά περιθώρια ευόδωσης των προσπαθειών. Τουναντίον, μεθοδευμένες ενέργειες και εν γένει προκλήσεις υπέσκαψαν το οποιοδήποτε έδαφος διαλόγου.
Η επιμονή στη συνέχιση του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων και της παρουσίας των κατοχικών στρατευμάτων, τα οποία κατά τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών «παραμένουν για να (ξανα)χρησιμοποιηθούν», συνιστούν εμμονές που δύσκολα παρακάμπτονται. Η γεωπολιτική αξία της Κύπρου επί του σημείου συνάντησης τριών ηπείρων δεν επιτρέπει στην Άγκυρα να την αγνοήσει και αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στα πλαίσια των συνομιλιών.
Σε ποια αρχή της διακρατικής ισοτιμίας και σε ποιο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των Κυπρίων αναφερόμαστε όταν η Τουρκία θεωρεί – κατά τα λεγόμενα του Αχμέτ Νταβούτογλου – ότι «οφείλει να διατηρεί ανοιχτό ένα Κυπριακό ζήτημα ακόμη και αν δεν υπάρχει ούτε ένας Τούρκος επάνω στο νησί»; Πως θα διασφαλιστεί η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου όταν στην άποψη ότι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μπορούν να ζήσουν ειρηνικά στην ευρωπαϊκή πλέον πατρίδα τους αντιτάσσεται μια μακιαβελικού τύπου πολιτική της ισχύος;
Μη επιθυμητή θα ήταν μια λύση η οποία δε θα προέβλεπε τη χειραφέτηση των Κυπρίων και την αδέσμευτη παρουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας στο διεθνές προσκήνιο. Γι’ αυτό το λόγο, πολύ σωστά έπραξε το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών επιμένοντας στις εν λόγω κόκκινες γραμμές. Άλλωστε, το καθεστώς των εγγυήσεων αποτέλεσε τον νομιμοποιητικό μανδύα της τουρκικής εισβολής του 1974 και άρα, έχουμε όλοι νιώσει τις θλιβερές συνέπειές του. Με προσεκτικούς χειρισμούς και συστηματική προετοιμασία, ο Νίκος Κοτζιάς ενίσχυσε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας μας και απέδειξε έμπρακτα ότι συμπαραστεκόμαστε αμέριστα στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Ως να μην έφθανε η αποτυχία των διαπραγματεύσεων, η Τουρκία ήρθε να κλιμακώσει την προκλητικότητά της απειλώντας τόσο την Κυπριακή Δημοκρατία όσο και τις πολυεθνικές εταιρίες για τις επερχόμενες εξορύξεις εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Λευκωσίας. Η έλευση της εξέδρας με το τρυπάνι στο «οικόπεδο 11» της κυπριακής ΑΟΖ – λίγα χιλιόμετρα μακριά από το γιγαντιαίο αιγυπτιακό κοίτασμα του Zor – αποτελεί «κόκκινο πανί» για την Τουρκία, η οποία διά του Προέδρου της έφθασε να απειλήσει ακόμη και τη γαλλική εταιρεία Total και την ιταλική ENI σημειώνοντας ότι «τα κοιτάσματα ανήκουν και στους Τούρκους»!
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Τουρκία διακατέχεται από ένα vertigo μεγαλομανίας, αναθεωρητισμού και ηγεμονισμού. Η Ελλάδα, από την πλευρά της, δημιούργησε το ενιαίο αμυντικό δόγμα κατά τις περασμένες δεκαετίες, υποβοήθησε στην ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πλέον ακολουθεί μία άκρως φιλειρηνική και σταθεροποιητική πολιτική στην ευρύτερη περιοχή με πρόταγμα την υπεράσπιση της ελευθερίας του κυπριακού λαού. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Αθήνα επέδειξε την ενδεδειγμένη στάση υπερασπιζόμενη τα αυτονόητα.
Η Τουρκία μπορεί να εκφράζει αναρίθμητες αξιώσεις, αλλά η Ελλάδα οφείλει να παραμένει προσηλωμένη στο διεθνές δίκαιο και φυσικά, στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τον παράνομο χαρακτήρα της τουρκικής εισβολής. Η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων – όπως αυτό της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου – είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Ιστοσελίδα ‘newpost’, 13/7/2017