Η αναγνώριση της πολιτικής ήττας απαιτεί μεγαλοψυχία και η αντίληψή της πολιτικό αισθητήριο. Είναι θλιβερό που, σε έναν κόσμο που αλλάζει και η κυβέρνηση σημειώνει διαδοχικές διπλωματικές νίκες, η αντιπολίτευση επιμένει να «κλείνεται στον μικρόκοσμό της», με σχόλια του τύπου «ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο». Προφανώς, ο κ. Μητσοτάκης θυμήθηκε το αντιαμερικανικό παρελθόν του στο Χάρβαρντ, αλλά ας μου επιτραπεί να σταθώ στην ουσία.
Ποια ήταν τα πραγματικά διακυβεύματα της επίσκεψης του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ; Το πρώτο αφορά την οικονομία και την προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων, ενώ το δεύτερο την αμερικανική υποστήριξη στα εθνικά θέματα και τον εν γένει γεωπολιτικό ρόλο της χώρας μας.
Όσον αφορά την πορεία της οικονομίας, οι δηλώσεις του Προέδρου των ΗΠΑ υπήρξαν ενδεικτικές: «Οι Αμερικανοί στέκονται δίπλα στους Έλληνες καθώς ανακάμπτουν οικονομικά. Η Ελλάδα παρέχει πολλές ευκαιρίες ανάπτυξης και επενδύσεων. Να συγχαρώ την Ελλάδα για την προσπάθεια επανάκαμψης». Η χώρα μας ανακάμπτει και αυτό αναγνωρίζεται ακόμη και από τον πλέον ισχυρό δρώντα της παγκόσμιας οικονομίας.
Ας έχουμε κατά νου, ότι η εμπιστοσύνη προς την Ελληνική Κυβέρνηση από την Ουάσιγκτον δεν μπορεί να είναι χαριστική. Ως υπερδύναμη, οι ΗΠΑ διαφυλάττουν το κύρος τους και αποφεύγουν να το σπαταλούν εάν αισθάνονται ότι θα διαψευσθούν. Η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας είναι πλέον εμπεδωμένη, κυρίως λόγω της ικανότητας της κυβέρνησης να επιτυγχάνει τους στόχους και να βρίσκεται σε πλήρη ακολουθία με τις δεσμεύσεις, τις οποίες αναλαμβάνει. Αν κάποιος πιστεύει ότι οι ΗΠΑ θα «πόνταραν» το διπλωματικό κεφάλαιό τους, σε μια χώρα που οδεύει προς την καταστροφή, πλανώνται πλάνην οικτρά. Η φράση του Ντόναλντ Τραμπ προς τον Αλέξη Τσίπρα, ότι «ελπίζουμε να σας έχουμε πολλά χρόνια ακόμη», δεν εκστομίζεται ελαφρά τη καρδία από έναν Πλανητάρχη.
Το δεύτερο διακύβευμα ήταν η στήριξη στα εθνικά θέματα και στη διευρυμένη γεωπολιτική αξία της Ελλάδας. Οι δεσμεύσεις της πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ, ήταν και πάλι ουσιαστικές με την υπογράμμιση του αναβαθμισμένου ρόλου της χώρας μας και της σημασίας του για την αμερικανική δυνατότητα προβολής ισχύος στην περιοχή. Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει γυρίσει σελίδα και αυτό υπογραμμίζεται από όλους.
Οι πολυμερείς συμφωνίες με την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ έρχονται να υπογραμμίσουν του λόγου το αληθές. Η νέα εξωτερική πολιτική της χώρας μας έχει επιφέρει την ταυτόχρονη προσέγγιση τόσο της δύσης όσο και του αραβικού κόσμου στα πεδία της οικονομίας, της ενέργειας, του τουρισμού, της ναυτιλίας και της πολιτιστικής διπλωματίας. Η μονομερής πρόσδεση σε διπλωματικά άρματα ανήκει στο παρελθόν και πλέον, η Ελλάδα ατενίζει το μέλλον με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση μετατρεπόμενη σε γέφυρα μεταξύ ανατολής και δύσης.
Η χώρα μας συνιστά έναν κεντρικό πυλώνα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ σε μια περίοδο αστάθειας για την Ευρύτερη Μέση Ανατολή. Από πλευράς της, η Ουάσιγκτον αναζητά έναν αξιόπιστο και ισχυρό σύμμαχο στην περιοχή και η εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι τυχαία. Συνεπώς, η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας υποστηρίζεται ένθερμα, επειδή ακριβώς η χώρα μας μπορεί να επιτύχει.
Ακούγοντας την κριτική της αντιπολίτευσης, οφείλω να θυμίσω ότι ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε. Αν συνεχίσουμε να μιλάμε βάσει των παλαιών διαχωριστικών γραμμών, τότε οι εξελίξεις θα μας ξεπεράσουν.
Ιστοσελίδα ‘newpost’, 19/10/2017