Με μια και μόνο βόλτα σε οποιαδήποτε αγορά ανά την επικράτεια και ειλικρινή διάθεση να ακούσει τις αγωνίες των ανθρώπων της, αντιλαμβάνεται κανείς ότι κυριαρχεί η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα και η απογοήτευση. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετική η κατάσταση όταν η ελληνική οικονομία, εξαιτίας των επιλογών της Κυβέρνησης, παραμένει «διασωληνωμένη» και ο εμπορικός κόσμος ζητά εναγωνίως «οξυγόνο».
Καθίσταται πλέον εμφανές ότι η Κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει χάσει κάθε επαφή με τη σκληρή πραγματικότητα, που βιώνει ο κόσμος του επιχειρείν. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τους πανηγυρισμούς Υπουργών της Κυβέρνησης, που μιλούν για παροχή ρευστότητας προς όλους, την ώρα που από τα 5,6 δισ. ρευστότητας, που διαθέτει σήμερα το τραπεζικό μας σύστημα, μόλις τα 10 εξ’ αυτών έχουν κατευθυνθεί στην πραγματική οικονομία, εκ των οποίων μάλιστα τα 5 δισ. έχουν δοθεί σε 5 επιχειρηματικούς ομίλους; Πώς αλλιώς θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς τη μνημειώδη απάθεια της Κυβέρνησης, όταν ακούγεται από τον ίδιο τον Πρόεδρο της ΓΣΕΒΕΕ, ότι 1 στις 2 επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης κινδυνεύουν με λουκέτο, ότι περίπου 330.000 εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας και ότι λόγω του πολλαπλασιαστή που εμφανίζει ο συγκεκριμένος κλάδος θα επηρεαστούν άμεσα περίπου 1.000.000 εργαζόμενοι; Πώς να δικαιολογήσει κανείς το γεγονός ότι τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία (επιστρεπτέα προκαταβολή 4 και 5) προσαρμόζονται ετεροχρονισμένα και εν μέρει μέχρι στιγμής, στα όσα έχει προτείνει από τον Απρίλιο ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για τη μη επιστρεπτέα επιχορήγηση των επιχειρήσεων;
Ο εμπορικός κόσμος αξίζει κάτι παραπάνω από τις διθυραμβικές δηλώσεις Υπουργών της Κυβέρνησης για τη δήθεν επιτυχία του “click away”, όταν μάλιστα τα επίσημα στοιχεία αποδεικνύουν ότι το 85% του τζίρου στο ηλεκτρονικό εμπόριο αφορά 100 μεγάλες εταιρείες. Η ανάγκη στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με παροχή ρευστότητας απαραίτητης για την επιβίωσή τους, είναι όχι μόνο αδιαμφισβήτητη αλλά και εφικτή. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται στη χώρα μέσω της δημοσιονομικής κατάστασης που παρέδωσε η Κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με το «μαξιλάρι» των 37 δισ. ευρώ και την οποία σπεύδουν σήμερα να οικειοποιηθούν οι Κυβερνώντες, της πρωτοφανούς ρευστότητας που διαθέτει το τραπεζικό σύστημα, χάρη στη νομισματική πολιτική που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στη χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, με τη μεσοπρόθεσμη εξαίρεση των κρατών – μελών της Ε.Ε. από την υποχρέωση της δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων.
Έτσι, λοιπόν, αντί να δοθεί έμφαση στη βέλτιστη αξιοποίηση των παραπάνω εργαλείων και στην προσπάθεια αποτελεσματικής στήριξης της οικονομίας, προτάσσονται αντικοινωνικές πολιτικές, που αποτυπώνονται ευδιάκριτα στην περιβόητη «Έκθεση Πισσαρίδη», η οποία αποτέλεσε και τη βάση εκπόνησης του προγράμματος για τη διαχείριση από τη χώρα μας των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Και αν οι 800.000 περίπου μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσδοκούν να λάβουν μέρος των χρημάτων, που θα διατεθούν τα επόμενα χρόνια από το Ταμείο Ανάκαμψης, λογαριάζουν χωρίς της Κυβέρνηση της Ν.Δ.. Καθώς σε τι μπορεί να ελπίζει η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα της χώρας όταν χαρακτηρίζεται εντός της «Έκθεσης Πισσαρίδη» ως «αντιπαραγωγική», «εσωστρεφής», «αναποτελεσματική», η οποία «κινείται στην γκρίζα ζώνη της οικονομίας εγκλωβίζοντας πόρους», που εναλλακτικά θα χρησιμοποιούνταν από ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους;
Εδώ και μήνες η ελληνική οικονομία βρίσκεται «διασωληνωμένη» προσπαθώντας να επιβιώσει με μέτρα-ασπιρίνες. Ο κόσμος του επιχειρείν εκπέμπει σήμα κινδύνου ζητώντας μέτρα ουσιαστικής στήριξης και όχι ανακούφισης, προτού «πέσει σε κώμα».
Εφημερίδα ‘Κυριακάτικη KontraNews’, 17/01/2021