Είναι βέβαιο ότι οι προσδοκίες όλων μας για τις διαπραγματεύσεις στο Κραν Μοντανά ήταν μεγάλες. Η ελλαδική και η ελληνοκυπριακή πλευρά επέδειξαν εποικοδομητική στάση υποβοηθώντας την καλλιέργεια θετικού κλίματος παραμένοντας, ωστόσο, συνεπείς στις ιστορικές και πρακτικές δεσμεύσεις τους. Το γεγονός αυτό δεν έδειξε να εκτιμάται από την τουρκική πλευρά, η οποία παρέμεινε άκαμπτη και επέδειξε μια αντιπαραγωγική στάση οδηγώντας σε αδιέξοδο τις συζητήσεις.
Η ελληνική πλευρά παρέμεινε αμετακίνητη επί δύο θεμελιωδών ζητημάτων: την άμεση απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής και την κατάργηση του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων. Οι λόγοι είναι προφανείς. Πρώτον, τα τουρκικά κατοχικά στρατεύματα βρίσκονται παρανόμως στο νησί της Κύπρου βάσει των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Δεύτερον, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος διεθνών θεσμών και βασικά, είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, η παρουσία της στο διεθνές στερέωμα και η εγγύηση του κράτους δικαίου δεν μπορεί να επαφίεται σε τρίτα κράτη. Τρίτον, ο κυπριακός λαός διαθέτει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα να ατενίσει ανεξάρτητα το μέλλον διεκδικώντας το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, ήτοι της εκπροσώπησής του στο διεθνές προσκήνιο χωρίς πάτρωνες, μεσάζοντες και ηγεμόνες.
Οι συζητήσεις στο Κραν Μοντανά, λοιπόν, δεν απέδωσαν καρπούς κυρίως λόγω της αδιαλλαξίας των Τούρκων και της εμμονής τους στη νεοοθωμανική λογική. Πλέον, η ελληνική πλευρά εστιάζει στην επόμενη ημέρα αποζητώντας το σεβασμό των δικαίων του κυπριακού λαού, το δικαίωμά του στην εκμετάλλευση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης του κράτους του και την ισότιμη θέση του στη διεθνή κοινότητα. Φυσικά, ουδέποτε παραιτηθήκαμε από την προοπτική επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος και ουδέποτε δεν πρόκειται να αρνηθούμε την απαρχή ενός νέου κύκλου συνομιλιών επί μιας υγιούς βάσης.
Το Κραν Μοντανά σηματοδότησε την επιβεβαίωση του γεγονότος ότι η Τουρκία – και όχι οι Τουρκοκύπριοι οι οποίοι δυστυχώς έχουν καταστεί έρμαιο στις ηγεμονικές βλέψεις της Άγκυρας – αποτελεί τον βασικό υπαίτιο της συνεχιζόμενης και κατάφορης παραβίασης του διεθνούς δικαίου στη μεγαλόνησο. Σηματοδότησε, επίσης, τη διακριτική στάση την οποία οφείλει να τηρεί η Ελλάδα ως μητέρα-πατρίδα περίπου ενός εκατομμυρίου Ελλήνων της Κύπρου αλλά ταυτόχρονα και ως κράτος το οποίο σέβεται το αυθύπαρκτο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η ελπίδα μας είναι να υπάρξει γρήγορα επανεκκίνηση των διαδικασιών και επιτέλους να μπει ένα τέλος σε ένα πρόβλημα παραβίασης της διεθνούς νομιμότητας, το οποίο έχει τις ρίζες του στις πιο σκοτεινές περιόδους του Ψυχρού Πολέμου. Είναι βέβαιο ότι το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, διά της ηγεσίας του, θα παραμείνει στο ύψος των περιστάσεων όπως έχει πράξει με συνέπεια έως σήμερα.
Εφημερίδα ‘The Hellenic Mail’, 14/8/2017